Η Ελλάδα έχει μια μακρά παράδοση στην επισκευή, βαθιά ριζωμένη στις τοπικές κοινωνίες και συνυφασμένη με τις μικρές επιχειρήσεις. Στο παρελθόν, οι οικιακές συσκευές, τα ηλεκτρονικά είδη και τα ρούχα, επισκευάζονταν συχνά, με τις τοπικές επιχειρήσεις και τους τεχνίτες να παίζουν σημαντικό ρόλο στην παράταση της διάρκειας ζωής των προϊόντων. Ωστόσο, όπως και σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ, οι συνήθειες των καταναλωτών έχουν μετατοπιστεί προς την γρήγορη κατανάλωση και την εισαγωγή προϊόντων μαζικής παραγωγής, οδηγώντας σε παρακμή την κουλτούρα της επισκευής.
Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις μετά την Βιομηχανική Επανάσταση οδήγησαν μεταξύ άλλων, σε σημαντική μείωση του κόστους των αγαθών μέσω της μαζικής παραγωγής. Αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, ειδικά στις δυτικές κοινωνίες, αλλά είχε και σημαντικές παρενέργειες.
Μία από αυτές τις παρενέργειες είναι και η πρόωρη απόρριψη επισκευάσιμων αγαθών, καθώς οι καταναλωτές συχνά επιλέγουν να αντικαταστήσουν τα προϊόντα αντί να τα επισκευάσουν. Αυτή η συμπεριφορά έχει ως αποτέλεσμα αυξημένα απόβλητα, περισσότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και μεγαλύτερη ζήτηση για πολύτιμους πόρους. Κατά συνέπεια, για να προωθήσουμε τη βιωσιμότητα στις κοινωνίες μας και να μειώσουμε τη συμβολή μας στην κλιματική αλλαγή, είναι απαραίτητο να καλλιεργήσουμε μια κουλτούρα επισκευής. Για να επιτευχθεί αυτό, είναι σημαντικό να εντοπιστούν οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν τους καταναλωτές στην αντικατάσταση και όχι στην επισκευή.
Σε αυτό το ζήτημα συμβάλλουν διάφοροι παράγοντες. Ένας από τους κύριους λόγους, είναι η ταλαιπωρία που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές. Σε πολλές περιπτώσεις, η επισκευή ενός προϊόντος δεν είναι πρακτική λόγω του υψηλότερου κόστους (σε σύγκριση με την αντικατάσταση), της περιορισμένης διαθεσιμότητάς των υπηρεσιών επισκευής, μεγάλου χρόνου αναμονής ή λόγω του ότι τα προϊόντα είναι σχεδιαστικά μη επισκευάσιμα.
Για την αντιμετώπιση αυτών των προσκλήσεων, η ΕΕ εισήγαγε μια νέα πρωτοβουλία για το «Δικαίωμα στην Επισκευή» μέσω της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1799 σχετικά με κοινούς κανόνες που προωθούν την επισκευή αγαθών. Αυτή η οδηγία στοχεύει να καταστήσει την επισκευή πιο προσιτή και οικονομικά αποδοτική για τους καταναλωτές.
Οι βασικές διατάξεις της οδηγίας περιλαμβάνουν:
- Υποχρέωση των κατασκευαστών να προσφέρουν επισκευές: Οι παραγωγοί πρέπει να παρέχουν υπηρεσίες επισκευής για προϊόντα που είναι τεχνικά επισκευάσιμα σύμφωνα με την νομοθεσία της ΕΕ, ακόμη και πέρα από τη νόμιμη περίοδο εγγύησης.
- Διαφάνεια και ενημέρωση των καταναλωτών: Οι κατασκευαστές πρέπει να ενημερώνουν τους καταναλωτές σχετικά με τη διαθεσιμότητα των υπηρεσιών επισκευής, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών σχετικά με τα προϊόντα που καλούνται να επισκευάσουν και υπό ποιες συνθήκες.
- Δίκαιους και λογικούς όρους επισκευής: Οι κατασκευαστές πρέπει να επισκευάζουν προϊόντα είτε δωρεάν είτε σε λογική τιμή και εντός εύλογου χρονικού πλαισίου.
- Προστασία ανεξάρτητων υπηρεσιών επισκευής: Οι κατασκευαστές δεν μπορούν να αρνηθούν να επισκευάσουν ένα προϊόν απλώς και μόνο επειδή είχε προηγουμένως επισκευαστεί από ανεξάρτητο τεχνικό.
- Πρόσβαση σε ανταλλακτικά και εργαλεία: Οι κατασκευαστές πρέπει να προσφέρουν ανταλλακτικά και εργαλεία σε λογική τιμή και να επιτρέπουν τη χρήση μεταχειρισμένων ή τρισδιάστατων ανταλλακτικών από ανεξάρτητους επισκευαστές.
Επιπλέον, σύμφωνα με την Οδηγία, η ΕΕ θα δημιουργήσει μια ηλεκτρονική πλατφόρμα επισκευής στην ΕΕ. Αυτή η πλατφόρμα στοχεύει να βοηθήσει τους καταναλωτές να βρουν υπηρεσίες επισκευής, συνδέοντας τους χρήστες με επαγγελματίες που επισκευάζουν προϊόντα όπως ηλεκτρονικά είδη, οικιακές συσκευές και άλλα αγαθά.
Το Greek REPper Hub, που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Interreg Euro-MED REPper, έχει ως στόχο την προώθηση της κυκλικής οικονομίας και την ενίσχυση του κλάδου των επισκευών στην Ελλάδα. Υποστηρίζοντας ΜΜΕ, νεοφυείς επιχειρήσεις και επαγγελματίες που εργάζονται σε επισκευές, η πρωτοβουλία επιδιώκει να ενθαρρύνει τη μετάβαση από την αντικατάσταση στην επισκευή, προωθώντας μια πιο βιώσιμη προσέγγιση στην κατανάλωση.